Η Γουριώτισσα ή Κατσαρού είναι χωριό που βρίσκεται δυτικά του ποταμού
Αχελώου στο τέλος του κάμπου του Αγρινίου, κοντά στην λίμνη Οζερού σε υψόμετρο 100 μ. Το Δημοτικό διαμέρισμα Γουριώτισσας με πληθυσμό 673 κατοίκους (απογραφή
2001) είναι το τρίτο σε πληθυσμό διαμέρισμα του πρώην καποδιστριακού
Δήμου Στράτου(1999 -2010), του Νομού
Αιτωλοακαρνανίας. Από το
2011 με το
πρόγραμμα Καλλικράτη η Γουριώτισσα ανήκει στο
Δήμο Αγρινίου. Το χωριό Γουριώτισσα ή Κατσαρού βρίσκεται δυτικά του Αχελώου στο τέλος του κάμπου του Αγρινίου, κοντά στην λίμνη Οζερός
σε υψόμετρο 100 μ. Παλιότερα ονομάζονταν Γαλιτσά.
Πολύ κοντά στο χωριό βρίσκεται η λίμνη Οζερός ονομασία που έχει σλαβική προέλευση, καθώς "Οζέρο" είναι σλαβική λέξη που σημαίνει «λίμνη». Έχει έκταση περίπου 10 τετραγωνικών χιλιομέτρων και βάθος 8-10 μέτρων, η στάθμη της όμως παρουσιάζει έντονες μεταβολές. Ο Οζερός σχηματίζεται από νερά του Αχελώου που εγκλωβίζονται στην περιοχή, όταν αυτός υπερχειλίζει, αλλά και από μικρούς χειμάρρους. Στη λίμνη καταμετρώνται πολλά υδρόβια πουλιά όπως φαλαριδες, κύκνοι, αγριόπαπιες, κορμοράνοι ενώ στη λίμνη ζουν νερόφιδα, νεροχελώνες και τουλάχιστον 11 είδη ψαριών. Στη Γουριώτισσα αρχιτσέλιγκας ήταν ο Κατσαρός και γι’ αυτό το χωριό ονομάζονταν και Κατσαρού. Το 1879 αναφέρεται ως Γαλιτσά ή Γουριώτισσα με 376 κατοίκους που ανήκε στο Δήμο Αστακού, όπως και στις επόμενες απογραφές (1889, 1896, 1907 και 1928). Μέχρι το 1912 ανήκει στο Δήμο Αστακού. Από το 1912 αποτελεί αυτόνομη κοινότητα. Στην τελευταία απογραφή του 2001 είχε 511 κατοίκους. Οι κάτοικοι της σήμερα ασχολούνται με αγροτικές καλλιέργειες και με την κτηνοτροφία. Το μοναστήρι του Λιγοβιτσίου αφιερωμένο στην Παναγία δεσπόζει σε λόφο παρακείμενο της Γουριώτισσας.
Χτίστηκε μάλλον τον 17ο αιώνα από δύο αδέλφια (Σλάβοι;) και αποτέλεσε ορμητήριο για τον Καραϊσκάκη και άλλους οπλαρχηγούς. Επί Όθωνος η Μονή έκλεισε και δημεύτηκε η μεγάλη περιουσία της ενώ ξανάνοιξε τα τελευταία χρόνια ως γυναικεία μονή προσελκύοντας κόσμο από όλο το Ξηρόμερο.
Χωριό με ως επί το πλείστον παραδοσιακή αρχιτεκτονική, κτισμένο σε λόφο με θέα προς τον κάμπο του Αγρινίου
και το δάσος της βελανιδιάς
Η ενοριακή εκκλησία, που είναι αφιερωμένη στον Άγιο Δημήτριο, βρίσκεται στη μέση του χωριού.
Το χωριό έχει πολλά πετρόχτιστα σπίτια και στενούς δρόμους.
Στην ανατολική άκρη του χωριού κατασκευάζεται ο σύγχρονος αυτοκινητόδρομος Αντιρρίου-Ιωαννίνων.
Η περιοχή της Γουριώτισσας προσφέρεται για περιήγηση στο βελανιδοδάσος
και για μια βόλτα με βάρκα στη λίμνη του Οζερού, αλλά και για βόλτα στις πυκνόφυτες όχθες του Αχελώου. Σε μικρή απόσταση βορειοδυτικά πάνω από το χωριό βρίσκεται το Μοναστήρι του Λιγοβιτσίου. Η πρόσβαση στο Μοναστήρι από τη Γουριώτισσα είναι εύκολη και γρήγορη.
Οι κάτοικοί του ασχολούνται κυρίως με την
γεωργία (
καλλιέργεια καπνού, αραβοσίτου, ακτινιδίων, καλαμπόκι, τριφύλλι,εσπεριδοειδών και ελιών) και
κτηνοτροφία (κυρίως προβάτων). Η έκταση του είναι 15.000 στρέμματα, εκ των οποίων βοσκοτόπια είναι τα 4.500 στρέμματα.
|
Γάμος στο χωριό αρχες της δεκαετίας του 50 |
|
Πάσχα τη δεκαετία του 50 |
- Γλώσσα:στο μεγαλύτερο μέρος οι κάτοικοι μιλούν την Βλάχικη..Είναι χαρακτηριστικό ότι η ομάδα των "Ριμένων" της Ακαρνανίας απέφευγαν τις επιγαμίες ακόμα και με άλλους Βλάχους ή γείτονες ενώ σύμφωνα πάλι με τον Α. Κουκούδη διατήρησαν "μια βλάχικη διάλεκτο που σύμφωνα με κάποιες απόψεις είναι πλησιέστερη σε παλαιότερους γλωσσολογικούς τύπους". Η ομάδα των λατινόγλωσσων Ελλήνων της Αιτωλοακαρνανίας αποτελεί σημαντικό κομμάτι της ελληνικής ιστορίας όχι μόνο για την ενεργή και γνωστή συμμετοχή τους στη νεότερη ελληνική ιστορία (ελληνική επανάσταση, Μικρά Ασία κλπ) αλλά και γιατί
|
Φωτογραφία από Ν.Κατσαρός |
|
Παραδοσιακές ενδυμασίες του χωριού |
1) τα λαογραφικά τους στοιχεία, παλαιά ενδυμασία, έθιμα και συνήθειες δείχνουν μια ελληνικότητα που ξεκινά από τους μυκηναϊκούς χρόνους .
|
Παραδοσιακές ενδυμασίες του χωριού
|
2) η ύπαρξη πολλών ομηρικών και αρχαϊκών λέξεων και αρχαίων γλωσσολογικών τύπων με προφορά πιο κοντινή από ότι οι άλλες Αρωμανικές διάλεκτοι.
Ο Γκούσταβ Βαίγκαντ Γερμανός γλωσολόγος το 1894 επισκέφτηκε την περιοχή μας και περιγράφει στο βιβλίο του (Aromunen) και στο κεφάλαιο (Οχθια-Κατσαρός-Κουτσομπίνα και επιστροφή) την φιλοξενία του στο χωριό Οχθια κατόπιν το πέρασμα του κάμπου που τον περιγράφει κατάφυτο από δέντρα και την υποδοχή του απο τον τσέλιγκα του χωριού μας Κατσαρό.
GUSTAV WEIGAND (1866- 1930)
Αργότερα πήγαμε με οδηγό τον Γιάνγκα, ο οποίος μας είχε φιλοξενήσει, στο πεδινό χωριό Όχθια, το οποίο βρίσκεται νότια του Σουροβίλι (Στράτος) και απέχει μια ώρα . Το χωρίο Όχθια έχει 70 οικογένειες και ανήκει στον τσέλιγκα Νίκο Πάγκιο, όπου μας καλωσορίσαμε φιλικά και μας φιλοξενήσανε με αρνί ψητό.. Μετά το φαγητό πήραμε πάλι τον δρόμο για το επόμενο χωριό, αφού περάσαμε ένα ρυάκι και ένα Μύλο, οδοιπορήσαμε μέσα από καπνοχώραφα , περάσαμε μια απόσταση πυκνού δάσους, με χιλιάδες πεσμένα και κομμένα δένδρα, περάσαμε στα δεξιά μας την μικρή λίμνη Λιγουβίτσα (Οζερός) και ανηφορίζοντας φθάσαμε μετά από μιάμιση ώρα από τα Όχθια στο χωριό Κατσαρός (Γουριώτισσα), το οποίο φέρει το όνομα του Τσέλιγκα. Συγκεντρωθήκαν πολλοί άνδρες, οι οποίοι πληροφορήθηκαν την παρουσία μας στο χωριό , περισσότερο από περιέργεια να μάθουν, ποιοι είναι αυτοί οι ξένοι. Μιλούσα μόνο ελληνικά μαζί τους και με το συνοδό μου Εφραίμ αλβανικά, τα οποία τα νόμισαν για φράγκικα. ¨Έτσι διασκέδαζα κάπως, ακούγοντας να μιλάνε στην γλώσσα τους για μένα, χωρίς να ξέρουν αυτοί ‘ότι, εγώ καταλαβαίνω τα περιφρονητικά αρουμάνικα (βλάχικα). Κάποιοι με νόμιζαν για υπάλληλο για το υπό κατασκευή σιδηρόδρομο, άλλοι για την κατασκευή ενός δρόμου, άλλοι πάλι με περνούσαν γιοα φοροεισπράκτορα. Την στιγμή αυτή ήλθε ο Τσέλιγκας , τον οποίο χαιρέτισα στα αρουμάνικα (βλάχικα) και του έδωσα τους χαιρετισμούς από το Σουροβίλι και τα Όχθια και το παρακάλεσα για διανυκτέρευση. Οι φωνασκούντες του χωριού εξαφανίστηκαν αμέσως και παρέμειναν μόνο αυτοί οι οποίοι με υπεράσπιζαν φιλικά. Το χωρίο Κατσαρός αριθμεί 90 οικογένειες, μιαμιση ώρα δυτικά από αυτό βρίσκεται το χωριό Μπούσα (Μπούτζα) με 50 οικογένειες και μισή ώρα πιο πέρα το χωριό Νούσας (Νουσέϊκα) με 30 οικογένειες (και τα δύο χωριά δεν υπάρχουν σήμερα). Επειδή σε κείνα τα χωριά δεν είναι να πληροφορηθώ κάτι νεότερο , τράβηξα την επομένη μέρα το πρωί για την Κουτσομπίνα (Παλαιομάνινα). Φθάσαμε στην Κουτσομπίνα μετά από μιάμιση ώρα. Η Κουτσομπίνα είναι το μεγαλύτερο από τα χωριά και αριθμεί 150 οικογένειες.
Φέρει και το όνομα Μάνινα και από το όνομα του χωριού ονομάζεται έτσι όλη η περιοχή, έκπληξη είναι, ότι εδώ δεν είναι αρχηγός της κοινότητας ένας άνδρας αλλά μια χήρα γυναίκα του Τσέλιγκα, η οποία θα έχει την αρχηγία του χωριού έως ενηλικιωθεί ο γιός της. Στα βόρεια της περιοχής θα ήταν μια τέτοια περίπτωση αδύνατον, αφού τη θέση του αποθανόντος τσέλιγκα την παίρνει ο επόμενος συγγενής, μέχρι που η ενηλικίωση του γιου (του Τσέλιγκα) γίνει αποδεκτή από την κοινότητα. Στους Βλάχους-Αρωμάνους βοσκούς η θέση της γυναίκας είναι αποτασσόμενη. Ακόμη και στην Μάνινα τα έθιμα των γύρω μη βλάχικων χωριών ασκού λιγοστή επίδραση, τουλάχιστον ότι εδώ τα κορίτσια δεν πρέπει να είναι τόσο απομονωμένα όπως αλλού συνηθίζεται. Οι άνδρες κάθονται στα καφενεία το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας , ενώ οι γυναίκες κάνουν δουλειές, μάλιστα είδα γυναίκες να μαζεύουν και να κόβουν ξύλα. Μια ώρα δυτικά του χωριού Κουτσομπίνα βρίσκεται το χωρίο Γάκια Πίπα (Παππά) με 54 σπίτια, τα οποία ανήκουν στο γαμπρό τηςχήρας του Τσέλιγκα
|
Πανηγύρι Αγ.Δημητρίου το 1972 |
|
Παίζοντας ποδόσφαιρο την δεκαετία του 50 |
|
Τα πετρόχτιστα αρχοντικά του χωριού |
|
Ανάγλυφα απο παλαια δυόροφη πετρόχτιστη οικία .Επάνω σε πέτρα το εθνόσημο με τον Φοίνικα και γύρω αναγράφονται οι λέξεις ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ με ημερομηνία 1930. Δίπλα πάνω σε μάρμαρο ανάγλυφος σταυρός πλαισιομένος με πουλιά και ημερομηνία 1931. |
|
Ημερομηνία κτίσεως 1920 σκαλισμένη στην πέτρα |
Τα χάλκινα παραδοσιακά καζάνια στα οποία ετοιμάζοταν το βλάχικο γαμήλιο φαγητό (χονδρά μακαρόνια με κρέας κοκκινιστά)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου